Οι αυταπάτες των κυριλέ δημοσιογράφων και το Ζεφύρι...

Η κυριλέ δημοσιογραφία κάνει πως δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει να πας στο μεροκάματο με άγχος. Να οδηγάς λεωφορείο στο Ζεφύρι ή να προσπαθήσεις να προστατεύσεις την τσάντα με τα λιγοστά υπάρχοντά σου όταν σε σέρνουν στην άσφαλτο για να στην αρπάξουν. Ή να περιμένεις μάτια το λεωφορείο για να πας στη δουλιειά σου κι εκείνο να μην έρχεται γιατί οι οδηγοί φοβούνται να ρισκάρουν τη ζωή τους.  Κλεισμένοι στις αυταπάτες τους οι κυριλέ δημοσιογράφοι βλέπουν πίσω από τις επιθέσεις στα λεωφορεία ή στους απλούς ανθρώπους μια προσπάθεια αντίστασης στο σκληρότερο καπιταλιστικό καθεστώς της Ευρώπης. Αυτά περίπου έγραψε ο Τάκης Θεοδωρόπουλος στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. Δεν τον κακίζουμε γιατί άλλο είναι να αναλύεις τα πράγματα από την Αθήνα κι άλλο να ζεις στο Ζεφύρι. Πάντως μια δοκιμή θα τον πείσει, κάνοντας μια βόλτα από εδώ...

Υποπολιτισμένη Ελλάδα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:ΔIAΓΩNIΩΣ
Ο φόβος που καταλαμβάνει όσους οδηγούς λεωφορείων εκτελούν νυχτερινά δρομολόγια στο Ζεφύρι μπορεί να είναι δικαιολογημένος. Περιοχή στις εσχατιές της δημοκρατίας, κατοικείται από μια φυλή υπερήφανη, με τα δικά της ήθη και έθιμα. Είναι κάτι σαν τους Δάκες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που κατοικούσαν στη σημερινή Ρουμανία και τους καθυπόταξε ο αυτοκράτορας Τραϊανός. Οι Ρομά που κατοικούν στο Ζεφύρι μπορούν να θεωρηθούν απόγονοί τους.
Δεν ξέρω αν κάποιος έχει φροντίσει να εξηγήσει στους οδηγούς των λεωφορείων ότι πρόκειται περί Ρομά και όχι για «τσιγγάνους» ή «γύφτους», όπως ορισμένοι, μεταξύ αυτών και οι ίδιοι οι Ρομά, συνεχίζουν να τους αποκαλούν. Θα έπρεπε, πάντως, κάποιος να τους το εξηγήσει, διότι, βάσει των κανόνων της πολιτικής ορθότητος και του δημοκρατικού ανθρωπισμού, είναι άλλο να σε πετροβολούν και να σε πυροβολούν Ρομά και άλλο να έχεις να κάνεις με «γύφτους», σαν αυτόν του «Δωδεκάλογου» του Παλαμά. Οποιος δεν το αντιλαμβάνεται αυτό είναι τουλάχιστον ρατσιστής.
Αν όμως αντιλαμβάνομαι τον φόβο στο Ζεφύρι, που οφείλεται μάλλον σε γλωσσική παρεξήγηση, δυσκολεύομαι να κατανοήσω τον φόβο των οδηγών λεωφορείων μπροστά στο ηρωικό Πολυτεχνείο. Διότι, λένε, εκεί, κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, πετιούνται μέσα από τα στενά ομάδες νεαρών ατόμων που πυρπολούν τα οχήματά τους. Δεν ξέρω αν τους αποκαλούν κι αυτούς, με τη γνωστή ρατσιστική αφέλεια που τους ταλανίζει, «γύφτους». Εκείνο που ξέρω είναι ότι οι οδηγοί σ’ αυτήν την περίπτωση δείχνουν την αδυναμία τους να κατανοήσουν τις ανάγκες που έχει ένας νέος στη σημερινή Αθήνα, που ως γνωστόν έχει μετατραπεί σε άντρο του πιο σκληρού καπιταλισμού. Τι θέλουν δηλαδή; Να υποδουλωθεί η νησίδα ελευθερίας, τα Εξάρχεια, για να μην καίγονται τα οχήματά τους; Το θεωρώ κάπως εγωιστικό.
Πολλοί αναστατώθηκαν με την εξαφάνιση προτομών από τον πέριξ χώρο του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων. Ορισμένοι μάλιστα τη χαρακτήρισαν ως βανδαλισμό, πράξη κτηνώδους βαρβαρότητος. Υπερβολές! Πώς αλλιώς θα προχωρούσε ο πολιτισμός αν δεν υπήρχε η δημιουργική σαφήνεια της καταστροφής; Αν, δηλαδή, η αφρόκρεμα της νεολαίας μας δεν έκαιγε λεωφορεία δίνοντας το παράδειγμα στους Ρομά του Ζεφυριού; Οσο για τη δραστηριότητα αυτών των τελευταίων είναι καθαρά επαναστατική. Οπως λέει και ο ποιητής της Ανατολικής Γερμανίας, Μπρεχτ, «ν’ ακούσεις μια ορχήστρα χάλκινων πνευστών όχι επειδή σε ενδιαφέρει η μουσική αλλά επειδή θέλεις να αγοράσεις χαλκό» – έχει γράψει κι αυτός κάτι κοτσάνες όμως.
Απλώς θεωρώ ότι ο Κ.Π. Καβάφης, ο άρτι βραβευθείς ποιητής από το κοινό, μας έχει δημιουργήσει πολλές αυταπάτες. Εκ των οποίων η σημαντικότερη είναι ότι οι Βάρβαροι θα έρθουν περνώντας τα σύνορα. Κι αν δεν τους δούμε εκεί δεν πρόκειται να έρθουν.
Παραγνωρίζοντας ότι η βαρβαρότητα βγαίνει από τα σπλάχνα μιας υποπολιτισμένης κοινωνίας που προστατεύει τον Φλαμπουράρη της με ογδόντα αστυνομικούς αλλά δεν μπορεί να σώσει τις προτομές των συγγραφέων της.